πεντακόσιοι

πεντακόσιοι
-ες, -α και πεντακόσοι, -ες, -α / πεντακόσιοι και επικ. τ. πεντηκόσιοι, -αι, -α, αρσ. και πεντακάτιοι, ΝΑ
1. αυτοί που είναι πέντε φορές εκατό, που μπορούν να μετρηθούν σε πέντε εκατοντάδες
2. φρ. «η βουλή τών Πεντακοσίων» ή, απλώς, «οι Πεντακόσιοι» — πολιτειακό σώμα, το κεντρικό όργανο τής αθηναϊκής δημοκρατίας που παγιώθηκε ως θεσμός και νομοπαρασκευαστικός μηχανισμός από τον Κλεισθένη και στο οποίο συμμετείχαν 50 άνδρες από κάθε αττική φυλή, που εκλέγονταν με κλήρο
νεοελλ.
1. (το ουδ. με αρθρ. εν. ως ουσ.) το πεντακόσια
α) ο αντίστοιχος αριθμός
β) (για χρονολογίες) το πεντακοσιοστό έτος («γεννήθηκε το 500 π.Χ.»)
2. παροιμ. «τα μισά τής χιλιάδας πεντακόσια» — λέγεται για να δηλώσει ευνόητα πράγματα ή χρησιμοποιείται ως έκφραση αμεριμνησίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. είναι συνθ. < πεντα-* (< πέντε) + -κόσιοι < -κάτιοι (πρβλ. ἑκατόν), όπου το -ο- είναι αναλογικό προς τα -κοντα, -κοστός (πρβλ. τριά-κοντα τρια-κοστός), ενώ το -σ- προήλθε από ουράνωση και μετέπειτα συριστικοποίηση τού -τ- προ τού -ι- (πρβλ. φύσις < *φύτις). Ο τ. πεντηκόσιοι με -η-, αναλογικά προς το πεντήκοντα για μετρικούς λόγους].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • πεντακόσιοι — five hundred masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πεντακοσίων — πεντακόσιοι five hundred fem gen pl πεντακόσιοι five hundred masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πεντακοσίαις — πεντακόσιοι five hundred fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πεντακοσίοις — πεντακόσιοι five hundred masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πεντακοσίους — πεντακόσιοι five hundred masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πεντακόσια — πεντακόσιοι five hundred neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πεντακόσιαι — πεντακόσιοι five hundred fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πεντηκοσίαις — πεντακόσιοι five hundred fem dat pl (epic) πεντηκόσιοι five hundred fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πεντηκόσιοι — πεντακόσιοι five hundred masc nom/voc pl (epic) πεντηκόσιοι five hundred masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”